Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 07, 2012

Η δυστυχία του να είσαι γκρι

Δεν μπορεί – θα έχετε ακούσει για το μπεστ σέλερ του καλοκαιριού: «Πενήντα αποχρώσεις του γκρι». Πρωτόλειο μιας συμπαθούς και στρουμπουλής μεσόκοπης νοικοκυράς, έχει σαρώσει τις πωλήσεις σε όλο τον κόσμο – και στην Ελλάδα. Σαράντα εκατομμύρια αντίτυπα οι πρώτες πωλήσεις, σε τριάντα επτά χώρες αγόρασαν τα δικαιώματα και στα χαρτόδετα ξεπέρασε και τον Χάρυ Πότερ.

Η κυρία E. L. James (ψευδώνυμο της Erika Mitchell) πρέπει να είναι πολύ ευτυχής.
Το τι έχει γραφτεί γι αυτό το βιβλίο, δεν λέγεται. Αρνητικό φυσικά. (Έχετε ακούσει ποτέ καλά λόγια για ένα μπεστ σέλερ;) Θάψιμο όχι με φτυάρια αλλά με εκσκαφείς και μπουλντόζες.
Διάβασα το βιβλίο από περιέργεια. Είναι πράγματι φτηνό και από ένα σημείο και πέρα βαρετό. Το σεξ (γιατί περί σοφτ πορνό πρόκειται) είναι επαναληπτικό και λίγο πρωτόγονο. Αλλά διαβάζεται ευχάριστα, έχει κάποιο σασπένς και είναι ό,τι πρέπει σαν αναπλήρωση για νοικοκυρές που δεν έχουν υπερβεί την στάση του ιεραποστόλου.
Προς τι λοιπόν το μένος και η αγανάκτηση;  Η κυρία Τζαίημς δεν ισχυρίστηκε ποτέ ότι γράφει λογοτεχνία. Γιατί οι διανοούμενοι το κρίνουν με κριτήρια που δεν το αφορούν; Ένα ευχάριστο ανάγνωσμα έγραψε, λίγο γαργαλιστικό που θα τονώσει και τις πωλήσεις σαδομαζοχιστικού εξοπλισμού. Ο «Αλχημιστής» του Κοέλιο είναι πολύ χειρότερος γιατί έχει και αξιώσεις πνευματικότητας (τρομάρα του!).
Όμως, από την άλλη μεριά, αυτή η ψύχωση των ειδικών, να βγάζουν σκάρτο ότι αρέσει και πουλάει είναι κακή αρρώστια. Ξεχνάνε ότι τα «μεγάλα» μυθιστορήματα του 19ου αιώνα (Ντίκενς, Μπαλζάκ, Τολστόι, κλπ.) ήταν όλα μπεστ σέλερ Έναν άριστο συγγραφέα, τον Στήβεν Κινγκ, τον έχουν αποκλείσει από τον «κανόνα» μόνο και μόνο επειδή είναι δημοφιλής.
Σε σημείο να φτάνει ο ίδιος ο δημιουργός να υποπτεύεται (ή και να αντιπαθεί) ένα έργο του, επειδή πέτυχε. Ο Χατζιδάκις όλη του την ύστερη ζωή μισούσε τα «Παιδιά του Πειραιά».
Περίεργη η μοίρα των μπεστ σέλερ. Είμαι σίγουρος πως η κυρία Τζέημς δεν μισεί το «γκρι». Αλλά εγώ έχω ανάμικτα συναισθήματα για την «Δυστυχία του να είσαι Έλληνας».  Πριν από αυτήν, οι κριτικοί έγραφαν για μένα πολύ επαινετικά. Μόλις κυκλοφόρησε η «Δυστυχία» και απογειώθηκε σε πωλήσεις, έχασα κάθε έξωθεν καλή μαρτυρία. Όλοι ξαφνικά ξέθαψαν το αντι-πνευματικό επάγγελμά μου (τότε ήμουν διαφημιστής – και διάβολε, δεν μπορεί, κάποιο κόλπο έκανα για να πετύχει το βιβλίο).
Έκτοτε έπαψα να είμαι «πολίτης εις των ιδεών την πόλη». Όχι για το κοινό – αλλά για την ιντελιγκέντσια και τους κριτικούς. Και ποτέ δεν ανέκτησα το κύρος μου, καθότι το αναθεματισμένο βιβλίο συνεχίζει να πουλάει επί 37 χρόνια. Χρειάστηκε να περάσουν δεκαετίες και να μεταφραστεί σε ξένες γλώσσες, για να διαβάσω μερικές θετικές κριτικές…